παγοπίστα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
παγοπίστα θηλυκό
- πίστα από πάγο
- Αν πάλι, θέλετε να γίνετε εσείς ο Αλαντίν στον... πάγο, υπάρχουν και παγοπίστες χωρίς καμία απολύτως χρέωση. (*)
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παγοπίστα
|