πλατανιάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πλατανιάς < πλατάνι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πλατανιάς αρσενικό
- τόπος με πλατάνια
Συγγενικά[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πλατανιάς
|