προπαγάνδισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προπαγάνδισμα < προπαγανδίζω + -μα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
προπαγάνδισμα ουδέτερο
- (σπάνιο) άλλη μορφή του προπαγάνδιση / προπαγανδισμός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προπαγάνδισμα
|
Πηγές[επεξεργασία]
- προπαγάνδισμα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)