Μετάβαση στο περιεχόμενο

ροκανίδι

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ροκανίδι τα ροκανίδια
      γενική του ροκανιδιού των ροκανιδιών
    αιτιατική το ροκανίδι τα ροκανίδια
     κλητική ροκανίδι ροκανίδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ροκανίδι < ροκάνι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ροκανίδι ουδέτερο

  • πολύ μικρά κομματάκια ξύλου που συνήθως προέρχονται από το ροκάνισμα του ξύλου

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]