σεμεντίτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σεμεντίτης οι σεμεντίτες
      γενική του σεμεντίτη των σεμεντιτών
    αιτιατική τον σεμεντίτη τους σεμεντίτες
     κλητική σεμεντίτη σεμεντίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η κρυσταλλική δομή του σεμεντίτη

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σεμεντίτης < cementite < cement

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σεμεντίτης αρσενικό

  • διαμεταλλική ένωση του σιδήρου με άνθρακα (καρβίδιο) με χημικό τύπο Fe3C που κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα και είναι ιδιαίτερα σκληρή και εύθραυστη στερεά φάση

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]