συγνώμη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | συγνώμη | οι | συγνώμες |
γενική | της | συγνώμης | — | |
αιτιατική | τη | συγνώμη | τις | συγνώμες |
κλητική | συγνώμη | συγνώμες | ||
Η γενική πληθυντικού -ών δεν συνηθίζεται. | ||||
όπως «ζέστη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συγνώμη θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συγνώμη
|
[επεξεργασία]
- ↑ «συγγνώμη» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.