τεταρτογαμία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τεταρτογαμία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τεταρτογαμία θηλυκό
- η τέλεση τέταρτου γάμου από το ίδιο άτομο, πράξη καταδικαστέα από την χριστιανική εκκλησία
- ※ Στον Βίο Ευθυμίου παρατίθεται ένας εριστικότατος μεταξύ τους διάλογος, από τον οποίο προκύπτει ότι η τεταρτογαμία ήταν το πρόσχημα, που χρησιμοποιούσε ο Νικόλαος Μυστικός για να ανατρέψει τον Λέοντα Ϛ΄
- ΒΛΥΣΙΔΟΥ, (1997). Σχετικά με τα αίτα της εκθρόνισης του πατριάρχη Νικολάου Α' Μυστικού (907). Byzantina Symmeikta, 11, 23-36. doi:https://doi.org/10.12681/byzsym.821
- ※ Στον Βίο Ευθυμίου παρατίθεται ένας εριστικότατος μεταξύ τους διάλογος, από τον οποίο προκύπτει ότι η τεταρτογαμία ήταν το πρόσχημα, που χρησιμοποιούσε ο Νικόλαος Μυστικός για να ανατρέψει τον Λέοντα Ϛ΄
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τεταρτογαμία
|