τσαγκάρικο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τσαγκάρικο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τσαγκάρικο ουδέτερο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τσαγκάρικο
|
τσαγκάρικο ουδέτερο
|