Μετάβαση στο περιεχόμενο

χουζούρεμα

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χουζούρεμα τα χουζουρέματα
      γενική του χουζουρέματος των χουζουρεμάτων
    αιτιατική το χουζούρεμα τα χουζουρέματα
     κλητική χουζούρεμα χουζουρέματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χουζούρεμα < χουζουρε(ύω) + -μα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χουζούρεμα ουδέτερο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]