-issimo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθημα[επεξεργασία]
- (υπερθετικός βαθμός) κατάληξη για το σχηματισμό υπερθετικού βαθμού
- επιθέτων
- fort(e) > fortissimo (ισχυρότατος), fortissima (θηλυκό)
- bell(o) > bellissimo (ωραιότατος), fortissima (θηλυκό)
- επιρρημάτων
- ειρωνικό, χιομουριστικό επιτατικό)
- final(e) (θηλυκό: τελικός αγώνας) > finalissima (ο τελικός των τελικών, ο σούπερ τελικός)
- επιθέτων
- κατάληξη σε ρήματα που λήγουν σε -ire για το σχημαστιμό του πρώτου προσώπου πληθυντικού της υποτακτικής του παρατατικού
Παράγωγα[επεξεργασία]
- Ιταλικές λέξεις με επίθημα -issimo στο Βικιλεξικό
- για επιρρήματα, -issima + επίθημα -mente
- bellissimo (ωραιότατος) > bellissimamente (ωραιότατα)
- εκφραστική επανάληψη: -issim -issim -issim ...o
- fortissimo > fortissimissimo, fortissimissimissimo, ...
- άλλες μορφές: fortississimo
Πηγές[επεξεργασία]
- αναζήτηση: -issimo - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).