Führer

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: führer

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Führer (de) αρσενικό (θηλυκό Führerin)

  1. ο ηγέτης, ο επικεφαλής
  2. (ιστορία, μόνο στον ενικό) ο Αδόλφος Χίτλερ, ο Φύρερ
  3. ο οδηγός (βιβλίο με πληροφορίες, πρόσωπο που δείχνει αξιοθέατα σε επισκέπτες ή τουρίστες, που ξεναγεί)

Σύνθετα[επεξεργασία]