FIR
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
FIR | FIRs |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- FIR < Flight Information Region
Συντομομορφή
[επεξεργασία]FIR (en) αρκτικόλεξο
- (αεροπορικός όρος) Τομέας Πληροφοριών Πτήσεων: καθορισμένη περιοχή του εναέριου χώρου στην οποία παρέχεται υπηρεσία πληροφοριών πτήσης και υπηρεσία συναγερμού, στην οποία ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) ορίζει ποια χώρα είναι υπεύθυνη για τον επιχειρησιακό έλεγχο