bake
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
bake (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bake (en)
- φαγητό ψημένο στο φούρνο
- a pasta bake - ζυμαρικά στο φούρνο
Βασκικά (eu)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bake (eu)