horn
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
horn (en)
- κέρας, κέρατο
- (μουσική) (ειδικότερα) το μουσικό όργανο κόρνο
- → δείτε English horn και French horn
- (μουσική) (γενικότερα) διάφορα πνευστά μουσικά όργανα (όπως το σαξόφωνο, το τρομπόνι κ.λπ.)
- (τεχνολογία) κόρνα (ηχείου, μεγαφώνου, αυτοκινήτου)