laus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]laus θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | laus | laudēs |
γενική | laudis | laudum |
δοτική | laudī | laudibus |
αιτιατική | laudem | laudēs |
κλητική | laus | laudēs |
αφαιρετική | laude | laudibus |