louer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
louer (fr)
Συγγενικά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
louer (fr)
- ενοικιάζω (είμαι ο κάτοχος)· ενοικιάζω (είμαι ο ενοικιαστής), εκμισθώνω