Μετάβαση στο περιεχόμενο

major

Από Βικιλεξικό

Επίθετο

[επεξεργασία]
παραθετικά
θετικός major
συγκριτικός more major
υπερθετικός most major

major (en)

  • κύριος, πολύ μεγάλο ή σημαντικό
    παράδειγμα  all our major roads - όλοι οι κύριοι δρόμοι μας
    παράδειγμα  This discovery represents a major scientific advance.
    Η ανακάλυψη αυτή αντιπροσωπεύει μια μεγάλη επιστημονική πρόοδο.
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη main

major (en)

Παράγωγα

[επεξεργασία]