maxime
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
| maxime | maximes |
maxime (fr) θηλυκό
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]maxime (la)
| ενικός | πληθυντικός |
| maxime | maximes |
maxime (fr) θηλυκό
maxime (la)