ministerstwo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική ministerstwo ministerstwa
γενική ministerstwa ministerstw
δοτική ministerstwu ministerstwom
αιτιατική ministerstwo ministerstwa
οργανική ministerstwem ministerstwami
τοπική ministerstwu ministerstwach
κλητική ministerstwo ministerstwa

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˌmʲĩɲiˈstɛrstfɔ/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ministerstwo (pl) ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη  minister