off-colour
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]| παραθετικά | |
| θετικός | off-colour |
| συγκριτικός | more off-colour |
| υπερθετικός | most off-colour |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]off-colour (en) (βρετανική γραφή)
- άσεμνος, ένα αστείο που οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι αγενές, συνήθως επειδή είναι για το σεξ