simple
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | simple |
συγκριτικός | simpler |
υπερθετικός | simplest |
Επίθετο[επεξεργασία]
simple (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
simple | simples |
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
simple (fr) αρσενικό ή θηλυκό
[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
simple (eo)