sit
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | sit |
γ΄ ενικό ενεστώτα | sits |
αόριστος | sat |
παθητική μετοχή | sat |
ενεργητική μετοχή | sitting |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα |
Ρήμα[επεξεργασία]
sit (en)
Εκφράσεις[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 828. ISBN 9780194325684., λήμμα: στρώνω