suggest

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας suggest
γ΄ ενικό ενεστώτα suggests
αόριστος suggested
παθητική μετοχή suggested
ενεργητική μετοχή suggesting

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /səˈdʒɛst/
 

Ρήμα[επεξεργασία]

suggest (en) (μεταβατικό)

  1. υπονοώ
    Are you suggesting that I killed my wife? - Υπονοείτε ότι σκότωσα τη γυναίκα μου;
     συνώνυμα: hint, imply
  2. κάνω κάποιον να υποθέσει κάτι
    The name "hamburger" suggests that hamburgers originated from Hamburg.
    Η λέξη «hamburger» οδηγεί στην υπόθεση ότι προέρχεται από το Αμβούργο. [σφαλερή υπόθεση]
  3. ζητώ χωρίς να απαιτώ, προτείνω
    I’d like to suggest that we go out to lunch. - Προτείνω να πάμε έξω για μεσημεριανό.
     συνώνυμα: propose
  4. συνιστώ, προτείνω
    The guidebook suggests that we visit the local cathedral, which is apparently beautiful.
    Ο τουριστικός οδηγός προτείνει να επισκεφθούμε τον τοπικό καθεδρικό ναό, που όπως φαίνεται, είναι όμορφος.
     συνώνυμα: recommend, advise

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • Συντάσσεται με γερούνδιο (σε -ing) ή με υποτακτική

Παράγωγες λέξεις[επεξεργασία]