Άξονας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Άξονας | ||
γενική | του | Άξονα & Άξονος* | ||
αιτιατική | τον | Άξονα | ||
κλητική | Άξονα | |||
* Και λόγια γενική σε -ος σε παγιωμένες εκφράσεις και όρους. | ||||
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Άξονας < δυνάμεις του άξονα < (σημασιολογικό δάνειο) γερμανική Achsenmächte
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Άξονας αρσενικό
- (ιστορία) ο συμμαχικός συνασπισμός ναζιστικής Γερμανίας και φασιστικής Ιταλίας και στη συνέχεια και άλλων χωρών κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'φύλακας' στον ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά στον ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'φύλακας' και με λόγια γενική ενικού -ος (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ιστορία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)