Γκεργκίνα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Γκεργκίνα οι Γκεργκίνες
      γενική της Γκεργκίνας
    αιτιατική την Γκεργκίνα τις Γκεργκίνες
     κλητική Γκεργκίνα Γκεργκίνες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Γκεργκίνα < απροσάρμοστο άμεσο δάνειο από την ουγγρική Györgyina

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Γκεργκίνα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]