στενός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
μ iwiki +hr:στενός
Interwicket (συζήτηση | συνεισφορές)
μ iwiki +ru:στενός
Γραμμή 66: Γραμμή 66:
[[de:στενός]]
[[de:στενός]]
[[hr:στενός]]
[[hr:στενός]]
[[ru:στενός]]

Αναθεώρηση της 17:54, 8 Νοεμβρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

στενός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

στενός

  1. που έχει μικρό πλάτος
  2. (μεταφορικά) περιορισμένος
    στενοί ορίζοντες, με τη στενή έννοια
  3. κοντινός
    στενοί φίλοι

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «στενοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'στενόσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'στενός'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «στενοσ».