πακέτο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Βικιποίηση των γλωσσών
μ robot Adding: io:πακέτο
Γραμμή 59: Γραμμή 59:


[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]]
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]]

[[io:πακέτο]]

Αναθεώρηση της 11:00, 12 Δεκεμβρίου 2006

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:-ετυμ-

  1. Από το ιταλικό pacchetto.
  2. (Το ίδιο.)
  3. Από το αγγλικό package.

Πρότυπο:-ουσ- πακέτο ουδέτερο

  1. Δέμα {π.χ. δώρο) περιτυλιγμένο σε χαρτί.
    Ο ταχυδρόμος έφερε ένα πακέτο.
  2. Κουτί με τσιγάρα.
    Αγόρασε ένα πακέτο (τσιγάρα).
  3. (όρος της οικονομίας) Σύνολο προτάσεων προς μελέτη.
    Ο επίτροπος πρότεινε ένα πακέτο για τα μεσογειακά κράτη.
  4. (αργκό:) το ψέμα (συνήθως όταν χρησιμοποιείται μονολεκτικά) ή και το ζόρι
    Έφαγα χοντρό πακέτο.

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-μτφ-