heat: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αφαίρεση του προτύπου '-'
Γραμμή 30: Γραμμή 30:
* [[heat exchanger]]
* [[heat exchanger]]
* [[heat lamp]]
* [[heat lamp]]
{{-}}
* [[heatproof]]
* [[heatproof]]
* [[heat pump]]
* [[heat pump]]
Γραμμή 36: Γραμμή 35:
* [[heat-seeking]]
* [[heat-seeking]]
* [[heat shield]]
* [[heat shield]]
{{-}}
* [[heat sink]]
* [[heat sink]]
* [[heatstroke]]
* [[heatstroke]]

Αναθεώρηση της 23:46, 29 Ιουνίου 2014

Αγγλικά (en)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
 [[Κατηγορία:Λήμματα με ήχο στην προφορά (Δεν υπάρχει αυτός ο κωδικός γλώσσας!! )]]

Ουσιαστικό

heat (en)

  1. Πρότυπο:φυσ θερμότητα, θερμική ενέργεια
    this furnace puts out 5000 BTUs of heat
  2. ζέστη
    Stay out of the heat of the sun!
  3. το ουσιαστικό ενός καρυκεύματος που καίει
    the chili sauce gave the dish heat
  4. ένταση, ιδιαίτερα συναισθηματική, ζέση
    it's easy to make bad decisions in the heat of the moment
  5. σεξουαλική έξαψη, κάψα
    the male canines were attracted by the female in heat
  6. υπερβολική προσοχή, επιτήρηση
    The heat from her family after her DUI arrest was unbearable.
  7. Πρότυπο:αθλητ προκριματική κούρσα
    the runner had high hopes, but was out of contention after the first heat

Συγγενικά

Ρήμα

heat (en)

  1. θερμαίνω, ζεσταίνω
    I'll heat up the water.
  2. (μεταφορικά) ανάβω, ερεθίζω (σεξουαλικά)
    The massage heated her up.