ζεματίστρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ζεματίστρα οι ζεματίστρες
      γενική της ζεματίστρας των ζεματιστρών
    αιτιατική τη ζεματίστρα τις ζεματίστρες
     κλητική ζεματίστρα ζεματίστρες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζεματίστρα < ζεματίζω + -τρα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ze.maˈti.stɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζε‐μα‐τί‐στρα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζεματίστρα θηλυκό [1]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ζεματίστρα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)