καναρινί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: καναρίνι

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καναρινί < καναρίν(ι) +

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.na.ɾiˈni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐να‐ρι‐νί
τονικό παρώνυμο: καναρίνι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

καναρινί ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

καναρινί άκλιτο

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη καναρίνι

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

καναρινί