μαχαιράκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μαχαιράκι | τα | μαχαιράκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | μαχαιράκι | τα | μαχαιράκια |
κλητική | μαχαιράκι | μαχαιράκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μαχαιράκι < υποκοριστικό της λέξης μαχαίρι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μαχαιράκι ουδέτερο
- το μικρό μαχαίρι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μαχαιράκι
|