μηλαδέρφι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μηλαδέρφι | τα | μηλαδέρφια |
γενική | του | μηλαδερφιού | των | μηλαδερφιών |
αιτιατική | το | μηλαδέρφι | τα | μηλαδέρφια |
κλητική | μηλαδέρφι | μηλαδέρφια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μηλαδέρφι < αλληλαδέρφι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μηλαδέρφι ουδέτερο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μηλαδέρφι
|