ορυκτογραφία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ορυκτογραφία < ορυκτό + -γραφία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ορυκτογραφία θηλυκό
- η επιστήμη που αφορά τα ορυκτά και τις ιδιότητές τους
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ορυκτογραφία
|