παιδονομία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παιδονομία < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pe.ðo.noˈmi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : παι‐δο‐νο‐μί‐α
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
παιδονομία θηλυκό
- η εποπτεία των παιδιών
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παιδονομία
|