πεζή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: πεζῇ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /peˈzi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πε‐ζή
ομόηχο: πεζοί
τονικό παρώνυμο: παίζει

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

πεζή < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πεζῇ,[1] δοτικοφανές επίρρημα[2]

Επίρρημα[επεξεργασία]

πεζή (τροπικό επίρρημα)

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

πεζή: κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

πεζή

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. πεζή - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. πεζός - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

πεζή