δαχτυλομπογιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | δαχτυλομπογιά | οι | δαχτυλομπογιές |
γενική | της | δαχτυλομπογιάς | των | δαχτυλομπογιών |
αιτιατική | τη | δαχτυλομπογιά | τις | δαχτυλομπογιές |
κλητική | δαχτυλομπογιά | δαχτυλομπογιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- δαχτυλομπογιά < δάχτυλ(ο) + -ο- + μπογιά, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική finger paint
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ða.xti.lo.boˈʝa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δα‐χτυ‐λο‐μπο‐γιά
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]δαχτυλομπογιά θηλυκό, συχνά στον πληθυντικό: δαχτυλομπογιές
- μπογιά που χρησιμοποιείται για ζωγραφική με τα δάχτυλα (ιδίως για τη χρήση από νήπια και παιδιά)
- ※ Είναι ένα συνηθισμένο παιδί: τρελαίνεται για ζεστή σοκολάτα, δαχτυλομπογιές και εικονογραφημένα βιβλία
- Από την Η εγγονή του Αϊ-Βασίλη (Αθήνα: Κανστανιώτης, 2007) της Αμάντας Μιχαλοπούλου στο βιβλίο της ίδιας Η γυναίκα του Θεού (Αθήνα: Κανστανιώτης, 2014, ISBN 978-960-03-5747-9). Στο Google books· πρόσβαση: 2022-09-21.
- ※ Η επιφάνεια θυμίζει πολύ τις ζωγραφιές με δαχτυλομπογιές που με υποχρέωναν να κάνω στο νηπιαγωγείο, παρότι σιχαινόμουν να λερώνω τα δάχτυλά μου με μπογιές.
- Nita Prose, Η καμαριέρα, μετάφραση από τα αγγλικά: Βούλα Αυγουστίνου (Αθήνα: Μεταίχμιο, 2022 ISBN 978-618-03-2852-3). Στο Google books· πρόσβαση: 2022-09-21.
- ※ Είναι ένα συνηθισμένο παιδί: τρελαίνεται για ζεστή σοκολάτα, δαχτυλομπογιές και εικονογραφημένα βιβλία
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δαχτυλομπογιά
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)