δισκογραφικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δισκογραφικός < δισκογραφία + -ικός
Επίθετο[επεξεργασία]
δισκογραφικός
- που έχει σχέση με τη δισκογραφία ή αναφέρεται σ’ αυτή
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις δισκογραφία, δίσκος και γράφω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δισκογραφικός