εκχωρητικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: εκχωρητήριος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εκχωρητικός η εκχωρητική το εκχωρητικό
      γενική του εκχωρητικού της εκχωρητικής του εκχωρητικού
    αιτιατική τον εκχωρητικό την εκχωρητική το εκχωρητικό
     κλητική εκχωρητικέ εκχωρητική εκχωρητικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εκχωρητικοί οι εκχωρητικές τα εκχωρητικά
      γενική των εκχωρητικών των εκχωρητικών των εκχωρητικών
    αιτιατική τους εκχωρητικούς τις εκχωρητικές τα εκχωρητικά
     κλητική εκχωρητικοί εκχωρητικές εκχωρητικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εκχωρητικός < ελληνιστική κοινή ἐκχωρητικός < αρχαία ελληνική ἐκχωρέω

Επίθετο[επεξεργασία]

εκχωρητικός

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]