εμβρυοκτόνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εμβρυοκτόνος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἐμβρυοκτόνος[1] Συγχρονικά αναλύεται σε εμβρυο- + -κτόνος.
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /eɱ.vɾi.oˈkto.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : εμ‐βρυ‐ο‐κτό‐νος
Επίθετο[επεξεργασία]
εμβρυοκτόνος, -α / -ος, -ο
Συγγενικά[επεξεργασία]
- εμβρυοκτονία
- → δείτε τις λέξεις έμβρυο και κτείνω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ εμβρυοκτόνος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα '-ος -ος -ο & -α' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'κερδοφόρος' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα εμβρυο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -κτόνος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)