ηλεκτρομυογραφικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ηλεκτρομυογραφικός < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική electromyographical[1] ή από τη γαλλική électromyographique[1] < (αρχαία ελληνική ἤλεκτρον) + ηλεκτρο- + (μῦς) μυο- + γράφ(ω) + -ικός
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.le.ktɾo.mi.o.ɣɾa.fiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐λε‐κτρο‐μυ‐ο‐γρα‐φι‐κός
Επίθετο[επεξεργασία]
ηλεκτρομυογραφικός, -ή, -ό
- (ιατρική) που έχει σχέση με την ηλεκτρομυογραφία, το ηλεκτρομυογράφημα ή τον ηλεκτρομυογράφο ή αναφέρεται σ' αυτά
Κλίση[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ηλεκτρομυογραφικός
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ 1,0 1,1 ηλεκτρομυογραφικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Λόγια ενδογενή δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ηλεκτρο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μυο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ικός (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιατρική (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)