μαστόδετον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ μαστόδετον τὰ μαστόδετ
      γενική τοῦ μαστοδέτου τῶν μαστοδέτων
      δοτική τῷ μαστοδέτ τοῖς μαστοδέτοις
    αιτιατική τὸ μαστόδετον τὰ μαστόδετ
     κλητική ! μαστόδετον μαστόδετ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  μαστοδέτω
γεν-δοτ τοῖν  μαστοδέτοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαστόδετον < μαστ(ός) + δέω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μαστόδετον, -ου ουδέτερο (ελληνιστική κοινή)

  • (άπαξ λεγόμενον) στηθόδεσμος
    ※  1ος πκε κε αιώνας, Μάρκος Αργεντάριος στην Παλατινή Ανθολογία, βιβλίο 6ο, επίγραμμα 201, @perseus.tufts.edu
    σάνδαλα καὶ μίτρην περικαλλέα, τόν τε μυρόπνουν
    βόστρυχον ὡραίων οὖλον ἀπὸ πλοκάμων,
    καὶ ζώνην, καὶ λεπτὸν ὑπένδυμα τοῦτο Χιτῶνος,
    καὶ τὰ περὶ στέρνοις ἀγλαὰ μαστόδετα,
    ἔμβρυον εὐώδινος ἐπεὶ φύγε νηδύος ὄγκον,
    Εὐφράντη νηῷ θῆκεν ὕπ᾽ Ἀρτέμιδος.
    Τα σανδάλια και τον κομψό κεφαλόδεσμο
    και από τα όμορφα μαλλιά την ευωδιαστή σγουρή πλεξίδα
    και τη ζώνη και τούτο το λεπτό ένδυμα που φορούσε κάτω απ' τον χιτώνα
    και τον ωραίο στηθόδεσμο που περιβάλλει το στέρνο,
    η Ευφράντη απόθεσε στο ναό κάτω απ' την Άρτεμη,
    επειδή γλίτωσε με εύκολη γέννα από τον άψυχο όγκο της κοιλιάς της.
    Μετάφραση: Μαρία Η. Πετρίδου, Φιλίππου Στέφανος: Μάρκος Αργεντάριος, διδακτορική διατριβή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Σχολή Φιλοσοφική, Τμήμα Φιλολογίας, Ιωάννινα, 2005, σελ. 137
    ΣτΕ: Σύμφωνα με τον ποιητή μία έγκυος γυναίκα, η Ευφράντη, μετά τον ανώδυνο τοκετό, που είχε, προσέφερε προσωπικά της αντικείμενα στον ναό της Αρτέμιδος. Μεταξύ αυτών προσέφερε και τον στηθόδεσμό της.
     συνώνυμα: μαστόδεσμος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]