υπομνηματιστικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υπομνηματιστικός η υπομνηματιστική το υπομνηματιστικό
      γενική του υπομνηματιστικού της υπομνηματιστικής του υπομνηματιστικού
    αιτιατική τον υπομνηματιστικό την υπομνηματιστική το υπομνηματιστικό
     κλητική υπομνηματιστικέ υπομνηματιστική υπομνηματιστικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υπομνηματιστικοί οι υπομνηματιστικές τα υπομνηματιστικά
      γενική των υπομνηματιστικών των υπομνηματιστικών των υπομνηματιστικών
    αιτιατική τους υπομνηματιστικούς τις υπομνηματιστικές τα υπομνηματιστικά
     κλητική υπομνηματιστικοί υπομνηματιστικές υπομνηματιστικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υπομνηματιστικός < υπομνηματιστ(ής) + -ικός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.po.mni.ma.ti.stiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υ‐πο‐μνη‐μα‐τι‐στι‐κός

Επίθετο[επεξεργασία]

υπομνηματιστικός, -ή, -ο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]