χαμηλούτσικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χαμηλούτσικος < χαμηλ(ός) + υποκοριστικό επίθημα -ούτσικος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xa.miˈlu.t͡si.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐μη‐λού‐τσι‐κος
Επίθετο[επεξεργασία]
χαμηλούτσικος, -η / -ια, -ο (χωρίς παραθετικά)
- κάπως χαμηλός
Συγγενικά[επεξεργασία]
- χαμηλούτσικα
- → δείτε τη λέξη χαμηλός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε χαμηλός
χαμηλούτσικος
|