Αμύρσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Αμυρσά

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αμύρσα οι Αμύρσες
      γενική της Αμύρσας των (Αμυρσών)
    αιτιατική την Αμύρσα τις Αμύρσες
     κλητική Αμύρσα Αμύρσες
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αμύρσα < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αμύρσα θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Βλ. Γεώργιος Λαμπάκης, Οι Επτά Αστέρες της Αποκαλύψεως (Αθήνα, Τύποις “Κράτους” Θ. Τζαβέλλα, 1909), σσ. 324, 486.