Αἴτνα
Εμφάνιση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]δωρική κλίση | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἁ | Αἴτνᾱ | ||||||
γενική | τᾶς | Αἴτνᾱς | ||||||
δοτική | τᾷ | Αἴτνᾳ | ||||||
αιτιατική | τὰν | Αἴτνᾱν | ||||||
κλητική ὦ! | Αἴτνᾱ | |||||||
1η κλίση, Κατηγορία 'τύχα' όπως «τύχα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αἴτνα < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ai-dh < *h₂eydʰ- (φωτιά)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αἴτνα, -ας θηλυκό δωρικός τύπος του Αἴτνη
- βουνό και ηφαίστειο της Σικελίας, η Αίτνα
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 1. Ἱέρωνι Αἰτναίῳ ἅρματι, 20 Επιμ. Boeck, Pindari opera quae supersunt, 1811. (1.19-1.20)
- κίων δ᾽ οὐρανία συνέχει, | νιφόεσσ᾽ Αἴτνα, πάνετες χιόνος ὀξείας τιθήνα·
- ενώ η ουρανοστήριχτη κολώνα, | η Αίτνα η χιονόδαρτη, τον συγκρατά, που θρέφει ολοχρονίς κρουσταλλά χιόνια.
- Μετάφραση (1953): Ι.Ν. Γρυπάρης, @greek‑language.gr
- κι ο ουράνιος στύλος τον κρατάει ακίνητον εκεί, | της Αίτνας το χιονόσκεπο βουνό, που τρέφει ολοχρονίς το τσουχτερό το χιόνι.
- Μετάφραση (1994): Γιάννης Οικονομίδης, @greek‑language.gr
- ενώ η ουρανοστήριχτη κολώνα, | η Αίτνα η χιονόδαρτη, τον συγκρατά, που θρέφει ολοχρονίς κρουσταλλά χιόνια.
- κίων δ᾽ οὐρανία συνέχει, | νιφόεσσ᾽ Αἴτνα, πάνετες χιόνος ὀξείας τιθήνα·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἡρακλὴς μαινόμενος, 639 (637-641)
- ἁ νεότας μοι φίλον· ἄ-|χθος δὲ τὸ γῆρας αἰεὶ | βαρύτερον Αἴτνας σκοπέλων | ἐπὶ κρατὶ κεῖται, βλεφάρων | σκοτεινὸν φάος ἐπικαλύψαν.
- Η νιότη μού είναι αγαπητή· | κι αιώνια αγγάρεια τα γηρατειά, | βαρύτερ᾽ απ᾽ της Αίτνας τους σκοπέλους | πα στο κεφάλι στέκουν, | των ματιών το σκοτεινό | φως γυροσκεπάζοντας.
- Μετάφραση (1911): Κώστας Βάρναλης, Αθήνα: Φέξης @greek‑language.gr
- ἁ νεότας μοι φίλον· ἄ-|χθος δὲ τὸ γῆρας αἰεὶ | βαρύτερον Αἴτνας σκοπέλων | ἐπὶ κρατὶ κεῖται, βλεφάρων | σκοτεινὸν φάος ἐπικαλύψαν.
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 1. Ἱέρωνι Αἰτναίῳ ἅρματι, 20 Επιμ. Boeck, Pindari opera quae supersunt, 1811. (1.19-1.20)
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Παράγωγα
[επεξεργασία]
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Αἴτνη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Πηγές
[επεξεργασία]- Αἴτνα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με δωρικές κλίσεις (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'τύχα' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'τύχα' χωρίς πληθυντικό (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα 1ης κλίσης (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα 1ης κλίσης χωρίς πληθυντικό (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα 1ης κλίσης θηλυκά (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα 1ης κλίσης θηλυκά χωρίς πληθυντικό (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα θηλυκά (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα θηλυκά χωρίς πληθυντικό (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα χωρίς πληθυντικό (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα παροξύτονα (δωρική διάλεκτος)
- Κύρια ονόματα θηλυκά παροξύτονα (δωρική διάλεκτος)
- Λέξεις παροξύτονες (δωρική διάλεκτος)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Δωρική διάλεκτος
- Βουνά της Σικελίας (αρχαία ελληνικά)
- Βουνά (αρχαία ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Σικελίας (αρχαία ελληνικά)
- Τοπωνύμια (αρχαία ελληνικά)
- Ηφαίστεια της Σικελίας (αρχαία ελληνικά)
- Ηφαίστεια (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Πίνδαρο (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Ευριπίδη (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)