Γούβες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Γούβες | ||
γενική | των | Γουβών | ||
αιτιατική | τις | Γούβες | ||
κλητική | Γούβες | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Γούβες < καθαρεύουσα Γοῦβες. → δείτε και τη λέξη γούβα.
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈɣu.ves/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γού‐βες
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Γούβες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Γούβες στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)