Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κόττος

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: κόττος, κοττός, κάττος

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Κόττος < αρχαία ελληνική Κόττος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Κόττος αρσενικό

Μεταγραφές

[επεξεργασία]



 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Κόττος
      γενική τοῦ Κόττου
      δοτική τῷ Κόττ
    αιτιατική τὸν Κόττον
     κλητική ! Κόττε
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Κόττος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Κόττος αρσενικό