Τσινάρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Τσινάρι τα Τσινάρια
      γενική του Τσιναριού των Τσιναριών
    αιτιατική το Τσινάρι τα Τσινάρια
     κλητική Τσινάρι Τσινάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Τσινάρι < τσινάρι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική چنار (çınar) (τουρκική çınar) + < ...

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Τσινάρι

  • ονομασία από τον καιρό της Τουρκοκρατίας, οικισμών της Ελλάδας, αντίστοιχη του Πλάτανος και συγγενικών ονομασιών. Οι περισσότερες έχουν μετονομαστεί.
    ※  Επαρχία Νέστου. […] 10. Κοινότητι Ζαρκαδιάς κατωτέρω θέσεις μετονομάζονται ως εξής: […] και «Τσινάρι» είς «Πλάτανος».
    ΦΕΚ 79Α - 05/05/1969 Τεύχος 1ο. αρ.φύλλου 79. Περί μετονομασίας συνοικισμών, κοινοτήτων και θέσεων. (pdf eetaa.gr)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]