αζωοσπερμία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αζωοσπερμία οι αζωοσπερμίες
      γενική της αζωοσπερμίας των αζωοσπερμιών
    αιτιατική την αζωοσπερμία τις αζωοσπερμίες
     κλητική αζωοσπερμία αζωοσπερμίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία el[επεξεργασία]

αζωοσπερμία < α- + ζωή + -ο- + -σπερμία (όπως πανσπερμία, λεκτική ρίζα: "σπέρμα") • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αζωοσπερμία θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]