ακροφύσιο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ακροφύσιο ουδέτερο
- (τεχνολογία): κωνικό (ή μη κωνικό) μεταλλικό άκρο σωλήνα για στόχευση και αύξηση της πίεσης του εκτοξευόμενου υλικού ή για ελάττωση της πίεσης σε κλίβανο-καζάνι-δοχείο